- πυρομεταλλουργία
- η, Ν(χημ.-μεταλργ.) τεχνική που συνίσταται στην εξαγωγή τών μετάλλων από τα μεταλλεύματά τους με κατάλληλη θερμική κατεργασία τους.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. pyrometallurgy < πυρ + μεταλλουργία].
Dictionary of Greek. 2013.